Ο Τραμπ απαγορεύει την είσοδο στις ΗΠΑ σε πολίτες 43 χωρών – Η διαμόρφωση των λιστών και οι επιπτώσεις
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξετάζει το ενδεχόμενο να επιβάλει αυστηρούς περιορισμούς στις εισόδους από πολίτες 43 χωρών, εντείνοντας την πολιτική των περιορισμών που είχε θέσει κατά την πρώτη θητεία του προεδρικού Τραμπ. Αυτός ο νέος περιορισμός αναμένεται να είναι πιο εκτεταμένος και αυστηρός σε σχέση με εκείνον που εφαρμόστηκε κατά τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του Τραμπ.
Σύμφωνα με αξιωματούχους που μίλησαν ανώνυμα, το υπουργείο Εξωτερικών έχει αναπτύξει ένα προσχέδιο λίστας συστάσεων που περιλαμβάνει μια «κόκκινη» λίστα με 11 χώρες, στους πολίτες των οποίων θα απαγορευθεί πλήρως η είσοδος στις ΗΠΑ. Οι χώρες που περιλαμβάνονται σε αυτή τη λίστα είναι το Αφγανιστάν, το Μπουτάν, η Κούβα, το Ιράν, η Λιβύη, η Βόρεια Κορέα, η Σομαλία, το Σουδάν, η Συρία, η Βενεζουέλα και η Υεμένη.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το προσχέδιο της λίστας έχει καταρτιστεί εδώ και εβδομάδες, και αν και έχει περάσει από διαδικασία εσωτερικής αξιολόγησης από διπλωμάτες και αξιωματούχους ασφαλείας, οι τελικές αποφάσεις ενδέχεται να αλλάξουν πριν φτάσουν στο γραφείο του Λευκού Οίκου.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι αξιωματούχοι του υπουργείου Εξωτερικών, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την αναθεώρηση και επικαιροποίηση των περιορισμών, κάνουν συνεχείς διαβουλεύσεις με άλλες υπηρεσίες και υπηρεσίες πληροφοριών για να επιβεβαιώσουν την ακρίβεια των στοιχείων σχετικά με τις χώρες που θεωρούνται υψηλού κινδύνου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι περιορισμοί δεν θα επηρεάζουν μόνο τις χώρες με αποδεδειγμένα προβλήματα ασφαλείας ή κυβερνητικής διαφθοράς, αλλά και χώρες που θεωρούνται «εύθραυστες» από πλευράς ελέγχου της μετανάστευσης και της ασφάλειας. Αυτή η στρατηγική έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις, με πολλούς να αμφισβητούν τη συνάφεια των κριτηρίων με την πραγματική ασφάλεια.
Δύο κατηγορίες περιορισμένων χωρών
Εκτός από την «κόκκινη» λίστα, η κυβέρνηση εξετάζει και την «πορτοκαλί» λίστα με 10 χώρες, για τις οποίες θα ισχύσουν περιορισμοί στην εισαγωγή, αλλά δεν θα υπάρξει πλήρης απαγόρευση. Οι πολίτες αυτών των χωρών ενδέχεται να επιτρέπεται να εισέλθουν στις ΗΠΑ, αλλά με αυστηρότερους ελέγχους και προϋποθέσεις, όπως η υποχρεωτική προσωπική συνέντευξη κατά τη διαδικασία έκδοσης βίζας.
Οι χώρες αυτές περιλαμβάνουν τη Λευκορωσία, την Ερυθραία, την Αϊτή, το Λάος, την Μιανμάρ, το Πακιστάν, τη Ρωσία, τη Σιέρα Λεόνε, το Νότιο Σουδάν και το Τουρκμενιστάν. Ειδικότερα, οι πλούσιοι επιχειρηματίες ενδέχεται να επιτρέπεται να εισέλθουν στις ΗΠΑ, ενώ οι πολίτες αυτών των χωρών που επιθυμούν να ταξιδέψουν με βίζα μετανάστευσης ή τουριστική βίζα, θα υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους.
Η κυβέρνηση του Τραμπ έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή μια αυστηρή πολιτική για την εξασφάλιση της εθνικής ασφάλειας, με το υπουργείο Εξωτερικών να παίρνει την πρωτοβουλία της ανάπτυξης αυτών των λιστών και των περιορισμών. Παρά τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στην εφαρμογή αυτής της στρατηγικής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης της ασφάλειας.
Οι λόγοι πίσω από τις περιορισμένες λίστες
Αν και πολλοί θεωρούν ότι αυτές οι αποφάσεις είναι μέρος μιας στρατηγικής που στοχεύει στην ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, οι αποφάσεις αυτές δεν είναι χωρίς αμφισβητήσεις. Ορισμένες χώρες που περιλαμβάνονται στην «κόκκινη» λίστα, όπως το Αφγανιστάν και η Συρία, αναμένεται να προκαλέσουν αντιδράσεις λόγω της πολιτικής κατάστασης και των ενδεχόμενων ανθρωπιστικών κρίσεων που επικρατούν στις περιοχές αυτές.
Η απόφαση για την προσθήκη χωρών όπως το Μπουτάν, το οποίο δεν συνδέεται με καμία άμεση απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ, προκαλεί ερωτήματα σχετικά με τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τη διαμόρφωση αυτών των περιορισμών. Είναι ενδεικτικό ότι η χώρα αυτή δεν εμφανίζεται σε καμία προηγούμενη λίστα περιορισμών και δεν έχει φανεί να συνδέεται με δραστηριότητες τρομοκρατίας ή άλλες απειλές.
Αναφορικά με τη Ρωσία, η οποία έχει την εμπειρία της διαφθοράς στην κυβέρνηση, η πρόταση για περιορισμούς στην είσοδο πολιτών της εγείρει πολιτικά ζητήματα, αφού η κυβέρνηση Τραμπ έχει αναπτύξει μια πολιτική φιλική προς τη Ρωσία, σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Προβλέψεις για την «κίτρινη» λίστα
Η «κίτρινη» λίστα περιλαμβάνει 22 χώρες που θα έχουν 60 ημέρες για να διορθώσουν τις αδυναμίες τους και να συμμορφωθούν με τα πρότυπα ασφαλείας των ΗΠΑ. Εάν δεν ανταποκριθούν στις απαιτήσεις, ενδέχεται να μετακινηθούν σε μια από τις πιο αυστηρές λίστες, με τα αντίστοιχα περιοριστικά μέτρα.
Αυτές οι χώρες, όπως η Αγκόλα, η Γκάμπια, η Σεντ Λουκία και άλλες, φαίνεται να αντιμετωπίζουν ελλείψεις στη διαχείριση των πληροφοριών για τους ταξιδιώτες, ανεπαρκή μέτρα ασφαλείας για την έκδοση διαβατηρίων και άλλα προβλήματα σχετικά με την έκδοση ιθαγένειας. Αυτά τα θέματα έχουν προκαλέσει ανησυχία για πιθανή παράκαμψη των περιορισμών από πολίτες που επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τα παραθυράκια του συστήματος.
Κρίσιμες αβεβαιότητες
Δεν είναι ακόμη σαφές αν οι άνθρωποι που έχουν ήδη βίζες για τις ΗΠΑ θα εξαιρεθούν από την απαγόρευση ή αν θα ακυρωθούν οι βίζες τους. Επίσης, είναι άγνωστο αν οι κάτοχοι πράσινης κάρτας θα αντιμετωπίσουν περιορισμούς στην επιστροφή τους στις ΗΠΑ ή αν θα εξαιρεθούν από τη διαδικασία. Το γεγονός αυτό προκαλεί αβεβαιότητα, ιδιαίτερα για εκείνους που έχουν κάνει επενδύσεις και ρυθμίσεις για τη μόνιμη διαμονή τους.
Η απόφαση του Τραμπ να ακυρώσει την πράσινη κάρτα ενός πρώην φοιτητή που είχε συμμετάσχει σε διαδηλώσεις κατά του Ισραήλ προκαλεί έντονες αντιδράσεις, ενώ επιβεβαιώνει την αυστηρότητα με την οποία η κυβέρνηση αντιμετωπίζει ορισμένες πολιτικές δραστηριότητες και απόψεις.
Αντίκτυποι στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας και διεθνείς εντάσεις
Οι περιορισμοί για τη Ρωσία, την οποία η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να προσεγγίσει με πιο φιλική διάθεση, εγείρουν επίσης προβληματισμούς σχετικά με τις διεθνείς σχέσεις και τη θέση των ΗΠΑ στο παγκόσμιο στερέωμα. Η Ρωσία, παρά τη φήμη της για διαφθορά, φαίνεται να είναι ανάμεσα στις χώρες που επηρεάζονται αρνητικά από αυτή την πολιτική.
Αυτές οι κινήσεις της κυβέρνησης Τραμπ αναμένεται να συνεχίσουν να προκαλούν αντιδράσεις τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, αφού πολλά κράτη εκφράζουν την ανησυχία τους για την επιβολή αυστηρών περιορισμών χωρίς τη διασφάλιση της πλήρους διαφάνειας στην εφαρμογή τους.