Ένας ψίθυρος που μοιάζει να έρχεται από τα βάθη της συνείδησης, μια αλήθεια που επιμένει να χτυπά την πόρτα μας, όσο κι αν προσπαθούμε να την αγνοήσουμε. Ίσως είναι το ηθικό κενό της σύγχρονης εποχής, ίσως η ανάγκη να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο που προβάλλει την εγωιστική ατομικότητα σαν ύψιστο ιδανικό. Όμως, κάθε φορά που πληγώνουμε, που εκμεταλλευόμαστε, που αδιαφορούμε, μια σκιά απλώνεται μέσα μας. Και αυτή η σκιά, αυτή η κακία, όσο κι αν φαίνεται να μας προσφέρει δύναμη, είναι το ίδιο το δηλητήριο που κάποτε θα επιστρέψει σε εμάς.
Θυμάμαι μια παλιά ιστορία που μου είχε διηγηθεί ένας ηλικιωμένος γείτονας. Ήταν από αυτές τις ιστορίες που δεν ξέρεις αν είναι μύθος ή πραγματικότητα, μα ο συμβολισμός της παραμένει ακλόνητος. Ένας αγρότης, λέει, είχε έναν γείτονα που τον ζήλευε απίστευτα. Έτσι, αποφάσισε να κάνει κάτι για να του καταστρέψει τη σοδειά. Κάθε νύχτα, πήγαινε και έριχνε δηλητήριο στα χωράφια του άλλου, ελπίζοντας να τον δει να αποτυγχάνει. Μα αυτό που δεν ήξερε, ήταν πως το δηλητήριο έφτανε και στα δικά του πηγάδια. Το νερό που έπινε η δική του οικογένεια ήταν το ίδιο που δηλητηρίαζε για να βλάψει τον γείτονά του.
Η κακία είναι σαν αυτό το δηλητήριο. Νομίζουμε ότι την εκτοξεύουμε μακριά από εμάς, ότι πληγώνουμε μόνο τους άλλους, ότι βγαίνουμε αλώβητοι από το σκοτάδι που δημιουργούμε. Μα η ζωή έχει τον δικό της τρόπο να μας υπενθυμίζει πως ό,τι δίνουμε, επιστρέφει. Κι αν όχι άμεσα, κάποτε, αργά ή γρήγορα, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με τις πράξεις μας. Έχεις νιώσει ποτέ εκείνο το βάρος που σε πνίγει χωρίς να ξέρεις ακριβώς γιατί; Ίσως είναι οι σκιές των πληγών που προκάλεσες, αυτές που δεν έχεις αναγνωρίσει.
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στο να προστατεύεις τον εαυτό σου και στο να βλάπτεις τους άλλους. Πολλές φορές, δικαιολογούμε τις κακές μας πράξεις, λέγοντας πως είναι “απαραίτητες” για να επιβιώσουμε. Σαν να νομίζουμε πως ο κόσμος είναι μια ζούγκλα όπου το μόνο που μετράει είναι η προσωπική μας επιτυχία. Όμως, όταν χτίζουμε την επιτυχία μας πάνω σε ξένα συντρίμμια, στην πραγματικότητα δημιουργούμε το δικό μας ναρκοπέδιο. Γιατί η ζωή, σαν ένας σιωπηλός καθρέφτης, επιστρέφει πάντα τις αντανακλάσεις της.
Έχω συναντήσει ανθρώπους που ένιωθαν περήφανοι για την ικανότητά τους να “πατούν επί πτωμάτων”. Το έβλεπα στα μάτια τους, ένα είδος διεστραμμένης αυτοπεποίθησης, σαν να είχαν κατακτήσει τον κόσμο μέσα από την πονηριά και την εκμετάλλευση. Μα όταν κοιτούσες βαθύτερα, υπήρχε κάτι σπασμένο μέσα τους. Μια εσωτερική σύγκρουση που δεν μπορούσαν να παραδεχτούν ούτε στον ίδιο τους τον εαυτό. Γιατί όσο κι αν προσπαθήσουμε να κρύψουμε την κακία μας, αυτή ριζώνει μέσα μας και μας αλλοιώνει. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους ζουν μια ζωή γεμάτη άγχος, μοναξιά και φόβο. Ο φόβος πως η στιγμή της επιστροφής πλησιάζει.
Αντιθέτως, υπάρχουν και εκείνοι που επιλέγουν τον δρόμο της καλοσύνης. Όχι γιατί είναι αφελείς ή γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στη σκληρότητα του κόσμου, αλλά γιατί κατανοούν κάτι βαθύτερο: πως η ζωή είναι μια συνεχής ανταλλαγή ενέργειας. Ό,τι δίνεις, παίρνεις. Αν δώσεις κακία, θα λάβεις κακία. Αν δώσεις αγάπη, αυτή θα επιστρέψει σε σένα με τρόπο που δεν μπορείς καν να φανταστείς.
Δεν λέω πως είναι εύκολο. Να ζεις με καλοσύνη σε έναν κόσμο που συχνά την παρεξηγεί ως αδυναμία, είναι ένας καθημερινός αγώνας. Αλλά είναι ένας αγώνας που αξίζει. Γιατί η καλοσύνη, σε αντίθεση με την κακία, έχει τη δύναμη να λυτρώνει. Να θεραπεύει. Όχι μόνο τους άλλους, αλλά και εμάς τους ίδιους. Είναι σαν έναν καθαρό αέρα που γεμίζει τα πνευμόνια μας, μια αίσθηση ελευθερίας που δεν μπορεί να μας στερήσει κανείς.
Η κακία, από την άλλη, μοιάζει με έναν ασφυκτικό βρόχο. Όσο πιο πολύ τη χρησιμοποιούμε, τόσο πιο σφιχτά μας πνίγει. Και το χειρότερο είναι πως συχνά δεν το συνειδητοποιούμε μέχρι να είναι αργά. Μέχρι που οι σχέσεις μας καταρρεύσουν, μέχρι που οι ενοχές μας μας συντρίψουν, μέχρι που η ζωή μας επιστρέψει ό,τι δώσαμε.
Δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ: γιατί να θέλει κάποιος να ζήσει έτσι; Γιατί να νιώθει περήφανος για την κακία του; Ίσως είναι η ψευδαίσθηση της εξουσίας. Το αίσθημα πως, με το να βλάψεις, αποκτάς έλεγχο. Αλλά αυτός ο έλεγχος είναι ψεύτικος. Σαν έναν πύργο από τραπουλόχαρτα που πέφτει με το παραμικρό φύσημα του ανέμου.
Η ζωή είναι πολύ σύντομη για να τη γεμίζουμε με κακία. Είναι σαν να κουβαλάμε έναν αόρατο σάκο γεμάτο πέτρες. Στην αρχή, δεν τον αισθανόμαστε. Αλλά όσο περνά ο καιρός, το βάρος γίνεται αφόρητο. Και η στιγμή που θα πρέπει να λογοδοτήσουμε στις ίδιες μας τις πράξεις, είναι αναπόφευκτη.
Αν υπάρχει κάτι που έμαθα με τον καιρό, είναι πως η ευτυχία δεν έρχεται μέσα από τη βλάβη των άλλων. Έρχεται μέσα από τη σύνδεση, την αγάπη, τη συγχώρεση. Έρχεται μέσα από το να κοιτάς πίσω και να νιώθεις πως άφησες έναν κόσμο λίγο καλύτερο απ’ ό,τι τον βρήκες.
Κι αν ποτέ νιώσεις πως η καλοσύνη σου δεν ανταμείβεται, θυμήσου: η ζωή βλέπει. Και μπορεί να μην επιστρέψει πάντα άμεσα το καλό που έκανες, αλλά κάποτε, με κάποιον τρόπο, θα το νιώσεις. Μια αγκαλιά όταν τη χρειάζεσαι, μια αίσθηση γαλήνης όταν όλα γύρω σου μοιάζουν χαοτικά.
Μην νιώθεις περήφανος για την κακία σου. Όχι μόνο γιατί θα σου επιστραφεί με τόκο, αλλά γιατί στο τέλος της ημέρας, η καλοσύνη είναι ο μόνος τρόπος να ζήσεις πραγματικά. Να ζήσεις ελεύθερος από τις αλυσίδες του μίσους, γεμάτος από το φως της αγάπης.
Η επιλογή είναι δική σου.