Υπάρχει μια ιδιαίτερη ζεστασιά που κουβαλά αυτή η φράση του Ντοστογιέφσκι. Μια απλότητα, σχεδόν παιδική, που όμως αποκαλύπτει κάτι βαθύτερο, πιο ανθρώπινο, σχεδόν πνευματικό. «Καλός είναι ο άνθρωπος που ξέρει να αγκαλιάζει τους άλλους.» Τι σημαίνει, όμως, πραγματικά να «αγκαλιάζεις» τους άλλους; Είναι άραγε μόνο μια φυσική πράξη, μια απλή κίνηση των χεριών που περιβάλλει το σώμα ενός άλλου ανθρώπου; Ή μήπως κρύβεται εκεί κάτι πιο βαθύ, κάτι που ξεφεύγει από τη φυσική μορφή της αγκαλιάς και αγγίζει την ψυχή;
Η φράση αυτή δε μας μιλά μόνο για την καλοσύνη ως χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Μας οδηγεί σε μια ενδοσκόπηση, μας καλεί να διερευνήσουμε τις σχέσεις μας με τους άλλους, τον τρόπο που συνδεόμαστε, το πώς στεκόμαστε απέναντι στους ανθρώπους που μοιραζόμαστε στιγμές και ζωές. Ο Ντοστογιέφσκι, άλλωστε, δεν ήταν απλώς ένας συγγραφέας. Ήταν ένας παρατηρητής της ανθρώπινης ύπαρξης. Ένας ψυχολόγος της καθημερινής ζωής που αποκρυπτογραφούσε τη σκοτεινή και φωτεινή πλευρά του ανθρώπινου πνεύματος.
Ας αναλύσουμε λοιπόν αυτήν τη φράση. Ας προσπαθήσουμε να την ξετυλίξουμε, να κατανοήσουμε το εύρος της και να δούμε τι σημαίνει για εμάς σήμερα. Σε έναν κόσμο που φαινομενικά όλα περιστρέφονται γύρω από την ταχύτητα, την ατομικότητα, και την αδιάκοπη αναζήτηση επιτυχίας, πού κρύβεται η αλήθεια αυτής της καλοσύνης; Και πώς μπορεί μια «αγκαλιά» να είναι το κλειδί που ανοίγει τις πόρτες προς έναν καλύτερο κόσμο;
Η αγκαλιά, σε κάθε της μορφή, είναι κάτι παραπάνω από ένα άγγιγμα. Είναι μια πράξη αποδοχής, μια πράξη που λέει χωρίς λόγια: «Σε βλέπω. Σε δέχομαι. Είσαι ασφαλής εδώ, μαζί μου.» Δεν έχει σημασία αν η αγκαλιά είναι φυσική ή μεταφορική. Όταν δίνουμε μια αγκαλιά, είτε με τα χέρια μας, είτε με τις λέξεις μας, είτε με τη στάση μας απέναντι σε κάποιον, γινόμαστε για λίγο ένα λιμάνι. Ένα καταφύγιο σε έναν κόσμο που συχνά μοιάζει ανελέητος.
Ο Ντοστογιέφσκι, μέσα από τα έργα του, ανέδειξε την ικανότητα του ανθρώπου να αγκαλιάζει, όχι μόνο τους άλλους, αλλά και τις αδυναμίες τους, τα σφάλματά τους, την ίδια τους την ανθρωπιά. Ο Ρασκόλνικοφ, στον “Έγκλημα και Τιμωρία”, αναζητά τη λύτρωση μέσα από την αποδοχή. Η Σόνια, που τον συγχωρεί και του στέκεται, γίνεται η ενσάρκωση αυτής της καλοσύνης. Η καλοσύνη της δεν είναι απλώς μια ηθική αρετή. Είναι μια πράξη αγάπης που ξεπερνά τη λογική. Μια αγκαλιά, όχι μόνο στο σώμα του, αλλά και στην ψυχή του, παρά τα εγκλήματά του.
Εδώ είναι που η φράση του Ντοστογιέφσκι παίρνει έναν πιο καθολικό χαρακτήρα. Το να ξέρεις να αγκαλιάζεις τους άλλους, σημαίνει να τους αποδέχεσαι για αυτό που είναι. Να τους βλέπεις μέσα από τα ελαττώματά τους, να αναγνωρίζεις τη δική τους ανθρώπινη πάλη, και να τους λες: «Είμαι εδώ. Είσαι αρκετός. Δεν χρειάζεται να είσαι τέλειος για να σε δεχτώ.»
Πόσο συχνά, όμως, κάνουμε πράξη αυτή την αγκαλιά; Πόσο συχνά δίνουμε χώρο στον άλλον να είναι ατελής; Στην καθημερινότητά μας, συχνά ζητάμε από τους άλλους να ανταποκριθούν στις δικές μας προσδοκίες, στις δικές μας ανάγκες. Η καλοσύνη που προτείνει ο Ντοστογιέφσκι απαιτεί το αντίθετο. Απαιτεί να αφήσουμε τις προσδοκίες στην άκρη και να σταθούμε μπροστά στον άλλον με καθαρή καρδιά, χωρίς απαιτήσεις.
Η αγκαλιά, φυσική ή ψυχική, απαιτεί θάρρος. Είναι μια πράξη ευαλωτότητας, γιατί ανοίγουμε τον εαυτό μας στον άλλον, τον προσκαλούμε να μπει στον δικό μας χώρο, να δει την αλήθεια μας. Και ταυτόχρονα, του λέμε ότι είμαστε πρόθυμοι να δούμε και τη δική του αλήθεια, χωρίς να κρίνουμε, χωρίς να απαιτούμε αλλαγές.
Υπάρχουν στιγμές στη ζωή μου που σκέφτομαι πώς έχω σταθεί απέναντι στους ανθρώπους που αγαπώ. Έχω προσφέρει αυτή την αγκαλιά που περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι; Έχω δει τον άλλον πραγματικά, χωρίς φίλτρα, χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς τη δική μου ανάγκη να τον διαμορφώσω σύμφωνα με τις δικές μου ιδέες; Είναι δύσκολο να απαντήσω. Γιατί η αλήθεια είναι πως η ανθρώπινη φύση μας κάνει συχνά εγωκεντρικούς. Θέλουμε να αγαπήσουμε, να δεχτούμε, να συγχωρήσουμε, αλλά συχνά το κάνουμε με όρους.
Η αγκαλιά που περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι είναι ανιδιοτελής. Δεν ζητά ανταλλάγματα. Δεν θέτει όρους. Είναι εκεί, καθαρή, ανοιχτή, έτοιμη να δεχτεί ό,τι και αν φέρει ο άλλος. Είναι σαν ένα καταφύγιο μέσα στην καταιγίδα. Ένας φάρος που δείχνει στον άλλον ότι δεν είναι μόνος.
Σκέφτομαι, επίσης, πόσο συχνά αποτυγχάνουμε να αγκαλιάσουμε τον εαυτό μας. Πόσο συχνά είμαστε σκληροί με τις δικές μας αδυναμίες, τα δικά μας λάθη. Αν η καλοσύνη που περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι είναι να αγκαλιάζεις τους άλλους, τότε σίγουρα περιλαμβάνει και το να αγκαλιάζεις τον εαυτό σου. Να δεχτείς πως είσαι κι εσύ άνθρωπος, με αδυναμίες, με στιγμές σκοτεινές, αλλά και με φως. Να μπορείς να κοιτάξεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη και να πεις: «Είσαι αρκετός. Αξίζεις την αγάπη.»
Ίσως τελικά αυτή να είναι η μεγαλύτερη πρόκληση. Να μάθουμε να αγκαλιάζουμε πρώτα εμάς τους ίδιους, ώστε να μπορέσουμε να προσφέρουμε αυτήν την αγκαλιά και στους άλλους. Γιατί η καλοσύνη ξεκινά από μέσα μας. Είναι μια φωτιά που ανάβει στο δικό μας εσωτερικό και μετά διαχέεται γύρω μας.
Ο Ντοστογιέφσκι δεν μας δίνει έναν ορισμό της καλοσύνης. Δεν μας λέει πώς να γίνουμε καλοί άνθρωποι. Μας αφήνει μόνο αυτή τη φράση, σαν ένα φανάρι μέσα στη νύχτα: «Καλός είναι ο άνθρωπος που ξέρει να αγκαλιάζει τους άλλους.» Και ίσως αυτό αρκεί. Γιατί μέσα σε αυτές τις λίγες λέξεις, υπάρχει μια ολόκληρη φιλοσοφία ζωής. Μια υπενθύμιση ότι, στο τέλος της ημέρας, αυτό που έχει σημασία δεν είναι τι κατακτήσαμε, τι αποδείξαμε, πόσο δυνατοί ή έξυπνοι φανήκαμε. Αυτό που μετράει είναι αν καταφέραμε να σταθούμε απέναντι στους άλλους και να τους πούμε: «Είμαι εδώ. Σε βλέπω. Σε δέχομαι.»
Η αγκαλιά, όπως την περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι, είναι μια πρόσκληση να ζήσουμε με περισσότερη καλοσύνη, περισσότερη αποδοχή, περισσότερη αγάπη. Είναι ένα κάλεσμα να γίνουμε πιο ανθρώπινοι, πιο ευάλωτοι, πιο ζεστοί. Και μέσα από αυτή τη ζεστασιά, να αλλάξουμε τον κόσμο γύρω μας, έναν άνθρωπο τη φορά.
Ίσως λοιπόν να ξεκινήσουμε σήμερα. Να προσφέρουμε μια αγκαλιά. Φυσική ή ψυχική. Σε έναν φίλο, σε έναν ξένο, στον εαυτό μας. Και ίσως, μέσα από αυτήν την πράξη, να ανακαλύψουμε ότι η καλοσύνη που περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι δεν είναι απλώς μια αρετή. Είναι ο τρόπος που ο κόσμος γίνεται λίγο πιο φωτεινός.