Υπάρχουν ταινίες που δεν είναι απλώς ιστορίες· είναι εμπειρίες. Υπάρχουν ταινίες που δεν παρακολουθείς μόνο με τα μάτια σου, αλλά με όλη σου την ψυχή. Και κάποιες από αυτές δεν τελειώνουν με τους τίτλους τέλους· συνεχίζουν να ζουν μέσα σου, να σου ψιθυρίζουν ιδέες και συναισθήματα, να σου θυμίζουν ποιος πραγματικά είσαι. Μία τέτοια ταινία είναι το αριστούργημα του Ρομπέρτο Μπενίνι, Η Ζωή είναι Ωραία (La Vita è Bella).
Είναι δύσκολο να βάλει κανείς σε λέξεις την ουσία αυτής της ταινίας χωρίς να νιώθει ότι χάνει κάτι από τη μαγεία της. Γιατί η ταινία αυτή δεν είναι μόνο μια ιστορία αγάπης, ούτε μόνο μια ιστορία πόνου και επιβίωσης· είναι μια ιστορία για το πώς η ανθρωπιά μπορεί να ανθίσει ακόμη και στις πιο ανυπόφορες συνθήκες, πώς η αγάπη μπορεί να μετατρέψει την τραγωδία σε θρίαμβο και πώς το χιούμορ, η φαντασία και η πίστη στη ζωή μπορούν να γίνουν όπλα απέναντι στον τρόμο.
Ο Ρομπέρτο Μπενίνι, που όχι μόνο σκηνοθέτησε αλλά και πρωταγωνίστησε στην ταινία, μας αφηγείται την ιστορία του Γκουίντο, ενός χαρούμενου και ονειροπόλου άντρα που ερωτεύεται την Ντόρα, μια δασκάλα. Μέσα από μια σειρά από αστείες, συγκινητικές και μαγευτικές στιγμές, βλέπουμε πώς η αγάπη τους γεννιέται και ανθίζει, παρά τις δυσκολίες και τις διαφορές τους. Η ταινία όμως δεν είναι μόνο αυτό· το δεύτερο μισό της μας μεταφέρει σε μια σκληρή και τραγική πραγματικότητα: τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την κόλαση των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Εδώ βρίσκεται και η καρδιά της ταινίας. Όταν ο Γκουίντο, η Ντόρα και ο μικρός τους γιος, Τζόσουα, μεταφέρονται σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, ο Γκουίντο παίρνει μια απόφαση: να προστατεύσει τον γιο του από τη φρίκη που τους περιβάλλει. Πώς; Μετατρέποντας την όλη εμπειρία σε ένα “παιχνίδι”. Ο Τζόσουα πιστεύει πως βρίσκονται σε ένα διαγωνισμό όπου πρέπει να συγκεντρώσουν πόντους για να κερδίσουν ένα τανκ. Κάθε θυσία, κάθε κίνδυνος που αναλαμβάνει ο Γκουίντο, κάθε ψέμα που λέει στον γιο του, είναι μια πράξη αγάπης, μια προσπάθεια να κρατήσει την παιδική αθωότητα και χαρά ζωντανή μέσα σε έναν κόσμο που προσπαθεί να τις καταστρέψει.
Αυτό είναι που κάνει την ταινία τόσο σπουδαία. Δεν πρόκειται μόνο για μια ταινία για το Ολοκαύτωμα ή για την απανθρωπιά του πολέμου. Είναι μια ταινία για την ανθρωπιά. Μας θυμίζει πως ακόμη και στα πιο σκοτεινά μέρη, η αγάπη μπορεί να ανάψει ένα φως. Πως ακόμη και όταν όλα γύρω σου καταρρέουν, μπορείς να κρατηθείς από κάτι – από ένα χαμόγελο, από μια αγκαλιά, από την ελπίδα.
Η ερμηνεία του Ρομπέρτο Μπενίνι είναι εκπληκτική. Ο τρόπος που ενσαρκώνει τον Γκουίντο – έναν άνθρωπο γεμάτο ενέργεια, ευφυΐα και ακατάβλητη θέληση – σε καθηλώνει. Είναι αδύνατο να μη γελάσεις με τις κωμικές του στιγμές, να μη νιώσεις συγκίνηση από τη στοργή του, να μη κλάψεις με τη θυσία του. Ο Μπενίνι δεν υποδύεται απλώς έναν χαρακτήρα· γίνεται ο ίδιος η ενσάρκωση της ταινίας, της ιδέας ότι η ζωή, όσο σκληρή κι αν είναι, παραμένει ωραία.
Αλλά δεν είναι μόνο ο Μπενίνι που λάμπει. Η Νικόλτα Μπρασκί, που υποδύεται την Ντόρα, είναι η τέλεια ισορροπία απέναντί του. Η ήρεμη δύναμη της Ντόρα, η αφοσίωσή της, η σιωπηλή της γενναιότητα, κάνουν τον έρωτά τους ακόμη πιο αληθινό. Και ο μικρός Τζόρτζιο Κανταρίνι, στον ρόλο του Τζόσουα, δίνει μια ερμηνεία γεμάτη γλυκύτητα και αθωότητα που σπαράζει την καρδιά.
Η ταινία δεν διστάζει να αντιμετωπίσει τη σκληρή πραγματικότητα του πολέμου και του Ολοκαυτώματος. Αλλά το κάνει με έναν τρόπο που δεν καπηλεύεται τον πόνο· αντίθετα, τον εξυψώνει. Η προσέγγιση του Μπενίνι είναι τολμηρή – το να χρησιμοποιήσει το χιούμορ και τη φαντασία για να διηγηθεί μια τόσο τραγική ιστορία ήταν ένα ρίσκο που άλλοι ίσως να μην είχαν τολμήσει. Αλλά ο τρόπος που το κάνει είναι μαγικός. Το χιούμορ δεν μειώνει τη φρίκη· την κάνει ακόμη πιο έντονη, γιατί τη βλέπουμε μέσα από τα μάτια ενός ανθρώπου που προσπαθεί απεγνωσμένα να την νικήσει.
Η μουσική του Νίκολα Πιοβάνι είναι ένας ακόμη λόγος που η ταινία μένει χαραγμένη στη μνήμη. Το κύριο μουσικό θέμα, γεμάτο μελαγχολία και ομορφιά, γίνεται ο απόηχος της αγάπης, της ελπίδας και της θυσίας. Είναι μια μελωδία που κουβαλάς μαζί σου πολύ μετά το τέλος της ταινίας.
Στο τέλος, Η Ζωή είναι Ωραία δεν είναι μόνο μια ταινία· είναι ένα μάθημα ζωής. Μας υπενθυμίζει ότι η αγάπη έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει τον κόσμο μας, ακόμη και στις πιο σκοτεινές στιγμές. Μας θυμίζει ότι η ζωή, παρά τις δυσκολίες και τις αδικίες της, είναι κάτι πολύτιμο, κάτι που αξίζει να παλεύεις για αυτό.
Αν μπορούσα να περιγράψω την ταινία με μία μόνο φράση, αυτή θα ήταν: “μια ωδή στην ανθρώπινη ψυχή”. Γιατί αυτό είναι, τελικά, που μας κάνει ανθρώπους: η ικανότητά μας να αγαπάμε, να γελάμε, να ελπίζουμε, ακόμη και όταν όλα φαίνονται χαμένα. Και αυτή η ταινία, με την απλότητά της και την ειλικρίνειά της, μας θυμίζει πόσο σημαντικό είναι να κρατήσουμε ζωντανή αυτή την ικανότητα.
Αν δεν έχετε δει την ταινία, κάντε στον εαυτό σας αυτό το δώρο. Και αν την έχετε δει, ίσως να είναι η στιγμή να την ξαναδείτε. Γιατί Η Ζωή είναι Ωραία δεν είναι απλώς μια ταινία που βλέπεις· είναι μια εμπειρία που ζεις. Και κάθε φορά που την ξαναζείς, ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο – για την ταινία, αλλά και για τον εαυτό σου.
Η ζωή είναι πράγματι ωραία. Και αυτή η ταινία μας το θυμίζει με τον πιο όμορφο και συγκινητικό τρόπο.