Είναι κάτι στιγμές που η καρδιά μου βουλιάζει σε μια θάλασσα σκέψεων. Σκέψεις απλές, ζεστές, γεμάτες νοσταλγία, που μοιάζουν να έχουν βγει από μια άλλη εποχή. Μια εποχή που το χέρι της μητέρας μου ήταν το πρώτο χέρι που με κρατούσε όταν ήμουν έτοιμος να πέσω. Το δικό της πρόσωπο ήταν το πρώτο που αναζήτησα όταν ξύπνησα από ένα άσχημο όνειρο, το πρώτο που χαμογέλασα όταν βρήκα το κουράγιο να κάνω τα πρώτα μου βήματα. Η μητέρα δεν είναι απλώς ένα πρόσωπο στη ζωή μας· είναι ο καθρέφτης της πιο βαθιάς μας αλήθειας.
Αν κλείσω τα μάτια μου και ταξιδέψω πίσω στο χρόνο, μπορώ ακόμα να τη δω να στέκεται εκεί, στην κουζίνα, με το ποδιά της δεμένη γύρω από τη μέση της, να φτιάχνει το αγαπημένο μου φαγητό. Το πρόσωπό της, με τις λεπτές γραμμές γύρω από τα μάτια, μιλούσε για χιλιάδες άγρυπνες νύχτες και για ατελείωτες ώρες φροντίδας. Ήταν ένα πρόσωπο που έλεγε τόσα χωρίς να χρειάζεται να πει τίποτα. Ήταν το πρόσωπο που κουβαλούσε τον κόσμο μου πάνω του.
Μα, δεν είναι μόνο οι όμορφες στιγμές που θυμάμαι. Θυμάμαι και εκείνες τις φορές που το βλέμμα της γινόταν αυστηρό, όταν έπρεπε να με διδάξει κάτι σημαντικό. Ήταν το πρόσωπο της δικαιοσύνης, της αλήθειας, της υπευθυνότητας. Ήξερα πως κάθε της λέξη, ακόμα και όταν δεν μου άρεσε, προερχόταν από την αγάπη της. Ήταν η δική της αγάπη που με έκανε να θέλω να γίνω καλύτερος, να μάθω να στέκομαι στα πόδια μου. Ακόμα και όταν δεν καταλάβαινα τότε, καταλαβαίνω τώρα.
Η μητέρα είναι η πρώτη μας εικόνα του κόσμου. Είναι εκείνη που μας διδάσκει πώς να αγαπάμε, πώς να φροντίζουμε, πώς να συγχωρούμε. Από εκείνη μαθαίνουμε τι σημαίνει ανιδιοτέλεια. Είναι εκείνη που θα μας αγκαλιάσει όταν είμαστε πληγωμένοι, εκείνη που θα μας επαινέσει όταν πετύχουμε κάτι μικρό ή μεγάλο. Είναι εκείνη που θα πιστέψει σε εμάς όταν εμείς οι ίδιοι δεν τολμάμε να πιστέψουμε στον εαυτό μας.
Θυμάμαι ένα βράδυ που ήμουν παιδί και είχα πυρετό. Η μητέρα μου καθόταν δίπλα μου όλη τη νύχτα. Της έλεγα να πάει να ξεκουραστεί, μα εκείνη δεν με άκουγε. «Δεν μπορώ να κοιμηθώ αν δεν είσαι καλά», μου έλεγε με μια φωνή γεμάτη τρυφερότητα. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα κάτι βαθύ: η μητέρα είναι το πρώτο μας σπίτι. Είναι το λιμάνι μας. Όταν όλα στη ζωή μοιάζουν να καταρρέουν, η αγκαλιά της είναι εκεί για να μας θυμίσει ότι υπάρχει ακόμα σταθερότητα.
Καθώς μεγάλωνα, είδα το πρόσωπο της μητέρας μου να αλλάζει. Οι ρυτίδες έγιναν βαθύτερες, τα μαλλιά της άρχισαν να ασπρίζουν. Κι όμως, για μένα, παρέμεινε το ίδιο. Γιατί κάθε γραμμή στο πρόσωπό της είναι ένα σημάδι από τη ζωή που μου χάρισε. Είναι η απόδειξη της αγάπης της, του αγώνα της, των θυσιών της. Είναι το δικό μας πρόσωπο, αυτό που ποτέ δεν θα πάψει να μας καθοδηγεί, ακόμα και όταν εκείνη δεν είναι πια κοντά μας.
Πάντα αναρωτιόμουν πώς τα καταφέρνουν οι μητέρες. Πώς βρίσκουν τη δύναμη να συνεχίζουν, ακόμα και όταν οι δυνάμεις τους τις εγκαταλείπουν. Η απάντηση είναι η αγάπη. Η μητρική αγάπη δεν έχει όρια. Είναι μια δύναμη που δεν ζητάει τίποτα πίσω. Είναι η πιο αγνή μορφή αγάπης που υπάρχει. Και αυτό το πρόσωπο, το πρόσωπο της μητέρας, είναι το αιώνιο σύμβολο αυτής της αγάπης.
Και τι γίνεται όταν χάνουμε αυτό το πρόσωπο; Όταν το βλέμμα που μας καθοδηγούσε δεν είναι πια εδώ; Αυτό είναι ένα από τα πιο βαθιά κενά που μπορούμε να νιώσουμε. Κι όμως, η μητέρα ποτέ δεν φεύγει πραγματικά. Οι λέξεις της, οι πράξεις της, η αγάπη της, μένουν μέσα μας. Γίνονται το δικό μας πρόσωπο. Γίνονται το φως που μας δείχνει το δρόμο, ακόμα και στο πιο βαθύ σκοτάδι.
Συχνά, πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται αν έχω γίνει αυτό που εκείνη ήθελε να γίνω. Αν η ζωή που ζω είναι αντάξια των θυσιών της. Κι όμως, ξέρω πως για εκείνη, αυτό που είχε σημασία ήταν η ευτυχία μου. Το δικό της χαμόγελο καθρεφτιζόταν στο δικό μου. Κι αυτό είναι το μεγαλείο της μητέρας: η ικανότητά της να ζει μέσα από τα παιδιά της. Να γίνεται μέρος τους, να τους δίνει φτερά για να πετάξουν.
Αν μπορούσα να της μιλήσω τώρα, θα της έλεγα πόσο ευγνώμων είμαι. Θα της έλεγα πως, ακόμα κι αν δεν το έδειχνα πάντα, την αγαπούσα με όλη μου την καρδιά. Θα της έλεγα πως το πρόσωπό της είναι το δικό μου πρόσωπο, το πρόσωπο που με έμαθε να αγαπάω, να συγχωρώ, να πιστεύω στον εαυτό μου.
Η μητέρα είναι πολλά περισσότερα από έναν άνθρωπο. Είναι μια ιδέα, μια έννοια, μια αίσθηση. Είναι το πρώτο μας φως, η πρώτη μας φωνή, η πρώτη μας αγκαλιά. Είναι εκείνη που θα μας στηρίζει, ακόμα και όταν δεν το ζητάμε. Είναι εκείνη που θα μας αγαπάει, ακόμα κι όταν δεν την καταλαβαίνουμε. Η μητέρα θα είναι πάντα το δικό μας πρόσωπο, το πρόσωπο που μας έκανε αυτό που είμαστε.
Και τώρα, κοιτάζοντας τον εαυτό μου στον καθρέφτη, βλέπω κάτι από εκείνη. Βλέπω τη δύναμή της, την αγάπη της, τη σοφία της. Και ξέρω πως, όσο ζω, η μητέρα θα είναι πάντα εκεί. Στο χαμόγελό μου, στη φωνή μου, στην καρδιά μου. Η μητέρα θα είναι πάντα το δικό μας πρόσωπο.