Η χώρα μας είναι γεμάτη από ήθη και έθιμα σε όλες της τις περιφέρειες. Τα περισσότερα από αυτά τα βλέπει κανείς τις ημέρες των μεγάλων θρησκευτικών εορτών, όπως είναι τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και ο 15αύγουστος.
Ένα από αυτά τα έθιμα, που φαίνεται να έχει τις ρίζες του σε διάφορα γεγονότα είναι και το ασβέστωμα των σπιτιών. Είναι ένα από τα έθιμα που θυμίζει το Πάσχα μιας άλλης εποχής. Γεμίζει τις καρδιές με ζεστασιά και θυμίζει τις ρίζες μας. Υπάρχουν μάλιστα ακόμη κάποιοι που το τηρούν και το διατηρούν μέσα στα χρόνια.
Ευτυχώς που υπάρχουν αυτές οι γιαγιάδες και κρατάνε ζωντανούς τους τόπους μας!
Τη Μεγάλη Εβδομάδα οι νοικοκυρές στα νησιά και τις επαρχιακές πόλεις συνηθίζουν να βάφουν τις αυλές τους με λευκό χρώμα. Στις γειτονιές μάλιστα υπάρχει συναγωνισμός δεξιοτεχνίας.
Κυρίως φροντίζουν να μη λερώνουν το έδαφος της αυλής. Για να γίνει σωστό το ασβέστωμα επιλέγουν να το κάνουν σε ώρες που δεν περνούν πολλοί περαστικοί μπροστά από τα σπίτια. Όταν ολοκληρωθεί το γαλάκτισμα, στέκονται μπροστά στις αυλές τους και απομακρύνουν για λίγες ώρες τους πεζούς προκειμένου να μην λερώσουν τα φρεσκοβαμμένα πεζούλια και τις μάντρες τους.
H παράδοση του ασβεστώματος
Το ασβέστωμα των σπιτιών και των αυλών αποτελεί παλαιότατη συνήθεια για τους κατοίκους της επαρχίας. Επιλέγεται το λευκό χρώμα καθώς έχει γίνει συνώνυμο της καθαριότητας και της επιμέλειας. Τα σπίτια ασβεστώντονταν τουλάχιστον τρεις φορές το χρόνο, (Χριστούγεννα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο) στο εσωτερικό και στο εξωτερικό τους, στις μάντρες, στα πεζούλια και στα δέντρα. Ιδιαίτερα το Πάσχα το έθιμο αναβιώνει με σκοπό η αυλή να είναι περιποιημένη και καθαρή τη στιγμή που θα περάσει η πομπή του Επιταφίου τη Μεγάλη Παρασκευή.
Η παράδοση του ασβεστώματος είναι βαθιά ριζωμένη στην Ελλάδα από την εποχή των αρχαίων πόλεων.
Το ασβεστοκονίαμα (ασβέστης, άμμος μαζί με φυτικές και ζωικές ίνες), ήταν ο παραδοσιακός σοβάς, μέσα κι έξω από το οίκημα, στη μυκηναϊκή περίοδο.
Στην εποχή του Βυζαντίου, χρησιμοποιήθηκε το “χωρύγι”, δηλαδή ο ασβέστης ως υλικό στερέωσης των κατοικιών. Σύμφωνα με όσα έγραψε ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ’ ο Σοφός, οι Βυζαντινοί ανακάτευαν τον ασβέστη με την πορσελάνη κι έριχναν κομμάτια από κεραμίδια κι άχυρα, για να δέσει το μίγμα.
Η χρήση του ασβέστη για λόγους υγιεινής
Το 1350 μ.Χ.η ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου μαστιζόταν από την πανώλη. Η Δημοκρατία της Γένοβα, επέβαλε στην Προβηγκία, την Κορσική και τη Βόρειο Ιταλία, το ασβέστωμα των σπιτιών και των γύρω χώρων. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα το μέτρο του υγειονομικού ασβεστώματος των σπιτιών, μεταφέρθηκε στην Ισπανία ενώ ακολούθησαν και οι αραβικές πόλεις της Μεσογείου.
Οι Άγγλοι, από το 1650 εφάρμοσαν τη συστηματική μέθοδο της ασβέστωσης των σπιτιών, για προληπτικούς λόγους. Στο Γιβραλτάρ από το 1704 που το κατέκτησαν οι Άγγλοι διέδωσαν τη συνήθεια του ασβεστώματος, σ’ όλα τα λιμάνια της Μεσογείου, ως μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας.
Από τον 16ο αιώνα στη Μεσόγειο και κυρίως στα νησία, το άσπρο έγινε το κυρίαρχο χρώμα των ναών.
Στα νησιά, το ασβέστωμα έγινε συνώνυμο της καθαριότητας και της ομορφιάς, από τον 19ο αιώνα. Οι κάτοικοι της Νότιας Ιταλίας, της Ισπανίας, της Κορσικής, της Σαρδηνίας, Μαγιόρκας, και της Βόρειας Αφρικής πλήρωναν πρόστιμο, αν δεν ασβέστωναν το σπίτι τους.
Οι έλεγχοι των υγειονομικών αρχών ήταν συχνοί, για να αποφευχθούν πανδημίες, που εμφανίζονταν συχνά και εξολόθρευαν τους πληθυσμούς.
Μάλιστα οι πιο ευάλωτες περιοχές ήταν οι παραθαλάσσιες, όπου έδεναν τα πλοία, τα οποία πιθανόν να μετέφεραν ασθένειες και επιδημίες.
Η καθιέρωση του λευκού
Στα νεότερα χρόνια, στη Νεάπολη το 1913 και στη Σικελία το 1925, όταν ξέσπασαν επιδημίες χολέρας, διατάχθηκε να ασβεστωθούν οι χώροι γύρω από τις κατοικίες, τις γεωργικές και κτηνοτροφικές αποθήκες. Στην Ελλάδα το μέτρο εισήχθη σε περιορισμένη έκταση το 1928, όταν ξέσπασε στην Αθήνα και σε άλλες περιοχές η επιδημία του δάγκειου πυρετού. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Μεταξάς, επέβαλε διάταγμα που όριζε το αναγκαστικό ασβέστωμα σε όλα τα σπίτια των νησιών. Στόχος του μέτρου ήταν να αποτραπεί η διάδοση των ασθενειών, όπως η χολέρα που σάρωνε τη χώρα και είχε απλωθεί ακόμη και στα οικόσιτα πτηνά. Παράλληλα είχαν εμφανιστεί και άλλες μολυσματικές ασθένειες, όπως το τράχωμα στα μάτια, που αποδόθηκε στη μη τήρηση των κανόνων υγιεινής.
Ο ασβέστης θεωρήθηκε το βασικό απολυμαντικό, αφού τότε ακόμη δεν ήταν διαδεδομένη η χρήση της χλωρίνης. Τα σπίτια στα νησιά έγιναν άσπρα υπό την αυστηρή επίβλεψη του χωροφύλακα. Παράλληλα ο Μεταξάς παρουσίασε το μέτρο του ασβεστώματος ως μια γενικότερη τακτική ομογενειοποίησης των πραγμάτων. Τα επόμενα χρόνια το μέτρο της αναγκαστικής βαφής ξεχάστηκε. Ωστόσο πολλοί κάτοικοι είχαν κρατήσει τον ασβέστη στις αποθήκες τους. Καθώς ο φόβος της φυματίωσης θέριζε, επαναλάμβαναν το ασβέστωμα τρεις φορές το χρόνο προκειμένου να καθαρίσουν τα σπίτια τους από κάθε απειλούμενη αρρώστια.
Η αναγκαστική λεύκανση της δικτατορίας
Το 1955, η βασίλισσα Φρειδερίκη, μετά από προτροπές «κοσμικών κύκλων» παρουσίασε στον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή,
μια πρόταση για τη διαφήμιση των νησιών. Ήταν μια φωτογραφία με καλοσυντηρημένα σπίτια στην Μύκονο.
Τα λευκά σπίτια με τις μπλε λεπτομέρειες, έγιναν το σήμα κατατεθέν του Αιγαίου.
Η υποχρεωτική λεύκανση των σπιτιών επιβλήθηκε και από τη στρατιωτική δικτατορία του 1967. Συγκεκριμένα το έγγραφο που διαβίβασε το «Τμήμα Διοικητικής Αποκεντρώσεως Νομαρχίας Κυκλάδων» προς «τα Αστυνομικά Τμήματα, Δημάρχους & Προέδρους Κοινοτήτων Νομού»στις 15.6.1972 ανέφερε:
«Μεταξύ των άλλων περιορισμών οίτινες ετέθησαν ως προς την ανοικοδόμησιν, απηγορεύθη και η πολυχρωμία εις το εξωτερικόν των οικιών, ωρίσθη δε ότι κυριαρχούν εξωτερικόν χρώμα των οικιών θα είναι το λευκόν… όπερ άλλωστε αποτελεί ιδιαίτερον χαρακτηριστικόν των νήσων των Κυκλάδων και εν πολλοίς ενσυνείδητον υποχρέωσιν πάντων των κατοίκων… εις τρόπον ώστε να επιτευχθή ομοιομορφία εναρμονιζομένη πλήρως προς το ιδιάζον χρώμα των νήσων του Κυκλαδικού Συμπλέγματος.»
Η υποχρεωτική λεύκανση συνεχίστηκε και μετά τη δικτατορία. Στην πορεία, οι κάτοικοι των νησιών διατήρησαν το λευκό χρώμα γιατί αντανακλώνται οι ακτίνες του ήλιου και είναι πιο δροσερά. Το ασβέστωμα έγινε παράδοση και είναι ακόμη και στις μέρες μας ένδειξη νοικοκυροσύνης