Τρεις λέξεις που κουβαλούν ένα βάρος σχεδόν ασήκωτο. Είναι μια φράση που ακούγεται συχνά, μια συμβουλή που μοιάζει με άγκυρα, για να σε κρατά στη στεριά όταν τα κύματα των συναισθημάτων σου σε παρασύρουν μακριά. Αλλά πώς να την εφαρμόσεις; Πώς να τη δεχτείς; Και κυρίως, πώς να ζήσεις μαζί της, χωρίς να νιώθεις ότι εγκαταλείπεις ή προδίδεις κάτι βαθύτερο μέσα σου;
Κάποτε πίστευα πως το να αγαπάς σημαίνει να δίνεις. Να δίνεις, να παλεύεις, να αντέχεις. Σαν ένα φως που καίγεται ασταμάτητα, ακόμα κι αν αρχίσει να λιώνει το κερί που το τρέφει. Ήταν μια πεποίθηση που είχε ριζώσει βαθιά μέσα μου, σχεδόν σαν αρχή ύπαρξης. Αν αγαπάς, αν νοιάζεσαι, τότε πρέπει να προσπαθείς, όσο κι αν πονάει. Όμως, αυτή η σκέψη έχει κάτι επικίνδυνο. Έχει τη δύναμη να σε αδειάζει, να σου στερεί τα κομμάτια σου, μέχρι που να μη μείνει τίποτα πια.
Συχνά λέμε πως η αγάπη είναι θυσία, μα παραβλέπουμε τη λεπτή γραμμή που χωρίζει τη θυσία από την αυτοκαταστροφή. Όταν παλεύεις για ανθρώπους που δεν το αξίζουν, αυτή η γραμμή διαγράφεται, γίνεται μια θολή σκιά. Και βρίσκεσαι ξαφνικά να σπαταλάς τον χρόνο, την ενέργεια και, πιο σημαντικό, τον εαυτό σου, για κάτι που δε σου επιστρέφεται. Για ανθρώπους που δε σε βλέπουν, που δε σε ακούν, που δε σε καταλαβαίνουν. Και το χειρότερο; Συχνά είναι άνθρωποι που δε νοιάζονται.
Είναι δύσκολο να το δεχτείς αυτό. Πολύ δύσκολο. Γιατί ο άνθρωπος έχει μια έμφυτη ανάγκη να πιστεύει. Να πιστεύει πως υπάρχει μια ανταπόδοση, πως η καλοσύνη γυρίζει πίσω, πως οι σχέσεις είναι ισότιμες. Και ίσως, σε έναν ιδανικό κόσμο, να ήταν. Αλλά αυτός ο κόσμος δεν είναι ιδανικός. Υπάρχουν στιγμές που πρέπει να κοιτάξεις κατάματα την αλήθεια: Δεν μπορείς να κάνεις τους άλλους να σε αγαπήσουν. Δεν μπορείς να κερδίσεις την εκτίμηση ή τη φροντίδα κάποιου, όσο κι αν προσπαθήσεις.
Έχω βρεθεί κι εγώ σε αυτές τις καταστάσεις. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να τρέχει πίσω από ανθρώπους που δε με ήθελαν πραγματικά στη ζωή τους. Έχω δώσει χρόνο και ενέργεια σε σχέσεις που είχαν ήδη πεθάνει. Και, ξέρεις κάτι; Ποτέ δε βγήκα νικήτρια από αυτές τις μάχες. Πάντα ένιωθα εξουθενωμένη, κενή. Γιατί ο αγώνας αυτός είναι μονόπλευρος. Είναι σαν να προσπαθείς να γεμίσεις ένα ποτήρι με νερό, αλλά το ποτήρι έχει ρωγμές. Ό,τι κι αν κάνεις, το νερό θα χάνεται.
Και εκεί είναι που έρχεται η μεγάλη πρόκληση: Να σταματήσεις. Να αφήσεις. Όχι από αδυναμία, αλλά από δύναμη. Να καταλάβεις πως το να αποχωρείς από ανθρώπους που δε σε εκτιμούν, είναι πράξη αυτοσεβασμού. Δεν είναι απόδραση, δεν είναι ήττα. Είναι μια νίκη που δε μοιάζει με τις άλλες, γιατί είναι μια νίκη απέναντι στον ίδιο σου τον εαυτό, απέναντι στον φόβο της μοναξιάς, απέναντι στην ανάγκη να ανήκεις.
Θυμάμαι μια μέρα που είχα πάει μια βόλτα στη θάλασσα. Ήμουν γεμάτη σκέψεις, μπερδεμένη, κουρασμένη. Και κοιτούσα τα κύματα που έρχονταν και έσκαγαν στα βράχια. Ήταν σαν να έβλεπα τον εαυτό μου σε αυτά τα κύματα. Έρχονταν ξανά και ξανά, με ορμή, με πείσμα, αλλά τα βράχια παρέμεναν ακίνητα, αδιάφορα. Τότε ήταν που συνειδητοποίησα κάτι: Δεν έχει σημασία πόσο προσπαθείς, αν ο άλλος είναι σαν το βράχο. Δεν μπορείς να τον αλλάξεις, δεν μπορείς να τον μαλακώσεις. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να σταματήσεις να προσπαθείς.
Αυτό δε σημαίνει πως πρέπει να κλείσεις την καρδιά σου, να γίνεις κι εσύ ένας βράχος. Αντίθετα, σημαίνει να γίνεις σαν το νερό. Να μαθαίνεις να ρέεις, να προχωράς, να βρίσκεις άλλους δρόμους. Γιατί το νερό, όσο κι αν το σταματήσεις, βρίσκει πάντα τον τρόπο να συνεχίσει.
Η απόφαση να σταματήσεις να παλεύεις για ανθρώπους που δε το αξίζουν είναι μια από τις πιο δύσκολες και, ταυτόχρονα, απελευθερωτικές αποφάσεις που μπορείς να πάρεις. Είναι μια πράξη αυτογνωσίας, ένα βήμα προς την ωριμότητα. Και, πάνω απ’ όλα, είναι μια υπενθύμιση πως η αξία σου δεν εξαρτάται από το αν οι άλλοι σε αποδέχονται ή όχι. Η αξία σου είναι εγγενής, αδιαπραγμάτευτη.
Ξέρω πως η μοναξιά μπορεί να φαίνεται τρομακτική. Ξέρω πως το να αποχωρείς από ανθρώπους που κάποτε αγαπούσες αφήνει πίσω του ένα κενό. Αλλά αυτό το κενό δεν είναι κάτι κακό. Είναι ένας χώρος που περιμένει να γεμίσει με κάτι καλύτερο, κάτι αληθινό. Και αυτό δεν μπορεί να συμβεί αν συνεχίζεις να κρατάς τοξικές σχέσεις, αν συνεχίζεις να παλεύεις για ανθρώπους που δε νοιάζονται.
Δεν σου λέω πως πρέπει να κλείσεις την πόρτα σε όλους. Υπάρχουν άνθρωποι που αξίζουν την προσπάθεια, που αξίζουν τη φροντίδα σου. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι δε θα σε αφήσουν ποτέ να νιώθεις πως παλεύεις μόνος σου. Θα είναι δίπλα σου, θα μοιράζονται τον αγώνα, θα σε στηρίζουν όπως τους στηρίζεις κι εσύ. Αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να τους κρατήσεις. Αλλά για τους υπόλοιπους; Να θυμάσαι πάντα: Δεν είσαι υπεύθυνος για τις ζωές τους, για την ευτυχία τους, για τις επιλογές τους.
Ο χρόνος είναι πολύτιμος. Η ενέργειά σου είναι πολύτιμη. Η καρδιά σου είναι πολύτιμη. Μην τα σπαταλάς σε ανθρώπους που δε μπορούν να τα εκτιμήσουν. Αντίθετα, δώσε τα εκεί που θα βρουν ανταπόκριση. Εκεί που θα γίνουν κάτι μεγαλύτερο, κάτι που θα σε κάνει να ανθίσεις.
Κάθε φορά που σκέφτεσαι να παλέψεις ξανά για κάποιον που δε το αξίζει, θυμήσου αυτό: Δεν είναι δική σου δουλειά να φτιάξεις κάποιον που δεν θέλει να φτιαχτεί. Δεν είναι δική σου δουλειά να γεμίσεις τα κενά κάποιου άλλου. Η δική σου δουλειά είναι να προστατεύεις τον εαυτό σου, να αγαπάς τον εαυτό σου, να χτίζεις τη ζωή σου με αγάπη και σεβασμό.
Μην παλεύεις για ανθρώπους που δε το αξίζουν. Πάλεψε για σένα. Πάλεψε για την ελευθερία σου, για την ευτυχία σου, για την ειρήνη σου. Και τότε, θα δεις πως οι σωστοί άνθρωποι θα έρθουν στη ζωή σου, χωρίς να χρειαστεί να παλέψεις καθόλου.