Υπάρχει μια περίεργη αλήθεια κρυμμένη στη φράση του Επίκουρου: «Η ζωή χάνεται στις αναβολές και στις έγνοιες». Είναι μια αλήθεια που μοιάζει απλή, αλλά σκάβει βαθιά. Δεν είναι μονάχα μια διαπίστωση. Είναι προειδοποίηση. Είναι κάλεσμα να σταματήσουμε, να κοιτάξουμε γύρω μας, να δούμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη και να ρωτήσουμε: “Πού πήγε ο χρόνος μου;”
Σκέφτομαι πόσο συχνά αναβάλουμε τη χαρά. «Αύριο θα βγω μια βόλτα.» «Την επόμενη εβδομάδα θα καλέσω εκείνον τον παλιό φίλο.» «Από Δευτέρα θα ξεκινήσω να ζω αλλιώς.» Όμως η Δευτέρα έρχεται και φεύγει. Οι βδομάδες γίνονται μήνες, οι μήνες χρόνια. Και όσο καθυστερούμε, η ζωή μας μοιάζει με ένα αδειανό ημερολόγιο που αφήσαμε να γεμίσει μόνο του με δουλειές, υποχρεώσεις και καθήκοντα. Ένα ημερολόγιο που ποτέ δεν αφιερώσαμε για όσα έχουν πραγματική σημασία.
Οι έγνοιες, πάλι, έχουν τη δική τους καταστροφική δύναμη. Είναι σαν εκείνον τον αόρατο θόρυβο που γεμίζει το μυαλό, σαν ένα χαλασμένο ραδιόφωνο που δεν μπορείς να κλείσεις. Τις περισσότερες φορές ανησυχούμε για πράγματα που δεν έχουν καν συμβεί – και ίσως ποτέ να μην συμβούν. Φαντάζομαι τη ζωή μας σαν έναν κήπο γεμάτο λουλούδια, αλλά αντί να τα ποτίζουμε, να στεκόμαστε στην άκρη και να ανησυχούμε μήπως μαραθούν. Και τελικά, τα λουλούδια μαραίνονται – όχι γιατί ήταν αναπόφευκτο, αλλά γιατί ποτέ δεν τα φροντίσαμε πραγματικά.
Ο Επίκουρος μάς υπενθυμίζει ότι η ζωή είναι εδώ και τώρα. Όχι αύριο. Όχι όταν τελειώσουν όλες οι δουλειές. Όχι όταν όλα είναι τέλεια. Η ζωή δεν περιμένει. Είναι σαν το νερό που κυλάει ανάμεσα στα δάχτυλα μας: όσο κι αν προσπαθούμε να το κρατήσουμε, δεν σταματάει ποτέ. Δεν μπορούμε να την σταματήσουμε, αλλά μπορούμε να επιλέξουμε πώς θα τη ζήσουμε. Θα την αφήσουμε να περάσει μέσα από αναβολές και έγνοιες ή θα την πιάσουμε, θα την κρατήσουμε και θα τη ζήσουμε;
Υπάρχει μια βαθιά ειρωνεία στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τη ζωή. Επιδιώκουμε την ευτυχία, αλλά χτίζουμε τείχη γύρω από αυτήν. «Θα είμαι ευτυχισμένος όταν…», λέμε. Όταν πάρω εκείνη τη δουλειά. Όταν αγοράσω εκείνο το σπίτι. Όταν βρω τον τέλειο σύντροφο. Κι όμως, η ζωή δεν είναι λίστα επιτευγμάτων. Δεν είναι ένας αγώνας δρόμου με τερματισμό. Είναι τα μικρά, καθημερινά πράγματα: το γέλιο ενός φίλου, μια βόλτα στη φύση, η ζεστασιά του ήλιου στο πρόσωπό μας. Αν περιμένουμε να ευτυχίσουμε μόνο όταν όλα είναι τέλεια, τότε η ζωή μας θα περάσει περιμένοντας.
Αναρωτιέμαι πώς θα ζούσαμε αν αποδεχόμασταν ότι η ζωή είναι γεμάτη ατέλειες. Ότι δεν χρειάζεται να αναβάλλουμε τη χαρά μέχρι να φτάσουμε σε κάποια ιδανική κατάσταση. Ο Επίκουρος μας καλεί να ζούμε απλά. Να βρίσκουμε ευχαρίστηση σε ό,τι έχουμε, αντί να κυνηγάμε συνεχώς περισσότερα. Γιατί, τελικά, η ευτυχία δεν είναι προορισμός. Είναι ο τρόπος που βαδίζουμε.
Μου έρχεται στο νου μια ιστορία. Ένας γέροντας, που ήξερε ότι πλησιάζει το τέλος του, ρωτήθηκε τι θα άλλαζε αν μπορούσε να ζήσει ξανά τη ζωή του. Η απάντησή του ήταν απλή: «Θα έτρωγα περισσότερα παγωτά και θα έβλεπα περισσότερα ηλιοβασιλέματα». Δεν είπε ότι θα δούλευε περισσότερο. Δεν είπε ότι θα κυνηγούσε μεγαλύτερες επιτυχίες. Είπε ότι θα ζούσε περισσότερο στο παρόν.
Και είναι αυτή η στιγμή, το παρόν, που χάνουμε μέσα στις έγνοιες μας. Σκεφτόμαστε συνεχώς το μέλλον – τι πρέπει να κάνουμε, τι μπορεί να συμβεί, τι δεν κάναμε αρκετά καλά. Κι όμως, το μόνο που έχουμε πραγματικά είναι το τώρα. Αυτό το δευτερόλεπτο. Αυτή η ανάσα. Αν μπορούσαμε να δώσουμε λίγο περισσότερο χρόνο στην παρούσα στιγμή, να σταματήσουμε να ανησυχούμε για όσα δεν μπορούμε να ελέγξουμε, ίσως να ζούσαμε με περισσότερη πληρότητα.
Ο Επίκουρος δεν προτείνει να είμαστε αδιάφοροι ή ανεύθυνοι. Δεν μας λέει να αγνοούμε τα προβλήματα ή τις υποχρεώσεις μας. Αλλά μας καλεί να διαχωρίσουμε το σημαντικό από το ασήμαντο. Πόσες από τις έγνοιες μας είναι πραγματικά ουσιαστικές; Και πόσες από αυτές είναι απλά θόρυβος; Αν μπορούσαμε να εστιάσουμε στα πράγματα που έχουν αληθινή σημασία – τις σχέσεις μας, την υγεία μας, την ψυχική μας γαλήνη – ίσως να βρίσκαμε περισσότερη χαρά στην καθημερινότητά μας.
Υπάρχει μια άσκηση που αγαπώ: κάθε φορά που αγχώνομαι για κάτι, ρωτάω τον εαυτό μου: «Θα έχει σημασία αυτό σε ένα χρόνο; Σε πέντε χρόνια;» Αν η απάντηση είναι «όχι», τότε προσπαθώ να αφήσω την έγνοια να φύγει. Δεν είναι πάντα εύκολο, αλλά με βοηθά να θυμάμαι ότι η ζωή είναι πολύ σύντομη για να τη γεμίζω με μικροπράγματα που δεν έχουν πραγματική βαρύτητα.
Σκέφτομαι τον Επίκουρο σαν έναν σοφό φίλο που μας υπενθυμίζει να ζούμε με απλότητα, με ευγνωμοσύνη, με παρουσία. Η ζωή δεν είναι κάτι που μπορούμε να αναβάλλουμε. Είναι εδώ, κάθε στιγμή. Είναι στην πρώτη γουλιά καφέ το πρωί, στο τραγούδι των πουλιών έξω από το παράθυρό μας, στο βλέμμα ενός αγαπημένου προσώπου. Αν μπορέσουμε να δούμε τη ζωή έτσι, αν μπορέσουμε να αφήσουμε τις αναβολές και τις έγνοιες, τότε ίσως να βρούμε αυτό που όλοι αναζητούμε: την ευτυχία που είναι ήδη εδώ.
Η φράση του Επίκουρου δεν είναι απλώς φιλοσοφία. Είναι πράξη. Είναι επιλογή. Και η επιλογή είναι δική μας. Θα αφήσουμε τη ζωή να χαθεί μέσα στις αναβολές και τις έγνοιες ή θα τη ζήσουμε πλήρως, με όλες τις ατέλειές της, με όλη της την ομορφιά;