Ο Κωνσταντίνος Γούσιας, ένας διακεκριμένος νέος επιστήμονας στον τομέα της νευροχειρουργικής, έχει αποκτήσει διεθνή φήμη στον τομέα του. Αφού εργάστηκε στη Γερμανία, αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να συνεισφέρει στον τομέα του. Σε ηλικία μόλις 36 ετών, κατέκτησε τη θέση του αναπληρωτή καθηγητή Νευροχειρουργικής στο Πανεπιστήμιο της Βόννης και σύντομα μετά ανέλαβε διευθυντικές θέσεις σε διάφορα πανεπιστημιακά νοσοκομεία στη Γερμανία.
Ως επικεφαλής της ομάδας του, ο Γούσιας ανέπτυξε καινοτόμες μεθόδους θεραπείας καρκίνου του εγκεφάλου, ακόμα και σε περιπτώσεις όπου η νόσος δεν ήταν ιάσιμη. Η εξέχουσα συμβολή του στη χειρουργική ογκολογία τιμήθηκε με την εκλογή του ως μέλους στην Επιτροπή Χειρουργικής Ογκολογίας της Ευρωπαϊκής Νευροχειρουργικής Εταιρείας.
Κωνσταντίνος Γούσιας: «Είμαι υπερήφανος γιατί στην κλινική μου στη Γερμανία έχουμε βελτιώσει πολύ τις χειρουργικές μας τεχνικές, ώστε να δίνουμε στον ασθενή με κακοήθεις όγκους, όπως τα γλοιβλαστώματα, μεγαλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης και καλύτερη ποιότητα ζωής», λέει.
«Είμαι υπερήφανος γιατί στην κλινική μου στη Γερμανία κάναμε και πολλές πειραματικές θεραπείες που αποδεικνύονται πολύ αποτελεσματικές. Μια από αυτές είναι η ανοσοθεραπεία, που είναι προσαρμοσμένη στον κάθε ασθενή. Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου αφαιρούμε από τον ίδιο τον όγκο, ο οποίος στη συνέχεια υπόκειται σε επεξεργασία σε ειδικό εργαστήριο, ώστε να ενεργοποιηθούν τα ίδια τα λεγόμενα δενδριτικά κύτταρά του, ένας υποπληθυσμός του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η ιδιότητα των τελευταίων είναι να αναγνωρίζουν και να καταπολεμούν τα καρκινικά κύτταρα που έχουν παραμείνει διάχυτα στον εγκέφαλο. Στη συνέχεια, μέσω ενδοφλέβιας ένεσης, τα εγχύουμε στον ασθενή. Δεν υπάρχει ίαση, αλλά είναι ένα πολύ καλό αποτέλεσμα εάν μπορούμε να παρατείνουμε τη ζωή του από 14 μήνες σε πάνω από τρία και σε πολλές περιπτώσεις πέντε χρόνια».
Η μάχη για τη ζωή ασθενών με καρκίνο εγκεφάλου είναι καθημερινό στοίχημα για τον διακεκριμένο Έλληνα επιστήμονα, ακόμη από την εποχή που ήταν φοιτητής στην Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων, αποσπώντας διάφορες διακρίσεις και υποτροφίες.
Κωνσταντίνος Γούσιας: «Είμαι ευγνώμων που με βοήθησαν οι Έλληνες καθηγητές μου να φύγω έξω»
«Το πρώτο διδακτορικό μου ήταν για τους όγκους εγκεφάλου. Είμαι ευγνώμων που με βοήθησαν οι Έλληνες καθηγητές μου να φύγω έξω. Όνειρό μου πάντα ήταν να δουλέψω στην Πανεπιστημιακή Κλινική της Βόννης, τότε ήταν η μεγαλύτερη στην Ευρώπη με μεγάλη διαφορά, κοντά στον πιο φημισμένο καθηγητή Νευροχειρουργικής Γιοχάνες Σραμ. Εδώ έκανα το δεύτερο διδακτορικό μου πάνω στους όγκους. Είχαμε ανακαλύψει μάλιστα ορισμένες πρωτεΐνες που παίζουν ρόλο στην επιβίωση ασθενών με γλοιοβλαστώματα».
Από τα Γιάννενα στη Βόννη και πίσω στην Αθήνα. Στη Βόννη επιστρέφει με μεγάλη νοσταλγία ο Γούσιας. Εδώ ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι στην επιστήμη. Με τη γυναίκα του ήρθαν τον Νοέμβριο του 2007, με ό,τι είχαν και δεν είχαν, μέσα σε ένα παλιό αυτοκίνητο. Το πρώτο σπίτι τους ήταν ένα δωμάτιο με ντους και υποτυπώδη κουζίνα, κάτι σαν σπίτι κήπου. Στη συνέχεια μετακόμισαν σε διαμέρισμα, γεννήθηκε ο γιος τους.
806
«Οι γονείς μας έκαναν ό,τι μπορούσαν, δεν ήταν ούτε επιχειρηματίες, ούτε μεγαλογιατροί. Έπρεπε να στηριχθούμε στα δικά μας πόδια, κι αυτός είναι ο καλύτερος παράγοντας για να πετύχεις στη ζωή σου».
Η γρήγορη ανέλιξή του οφείλεται στις ώριμες επιλογές του, στη σκληρή δουλειά μέσα σε ένα πολύ οργανωμένο και αξιοκρατικό γερμανικό σύστημα. «Σε κανέναν δεν έχουν στρωμένα χαλιά, όλοι πρέπει να δουλέψουν σκληρά. Ο καθηγητής Σραμ έβγαλε πάνω από 20 διευθυντές κλινικών, εγώ ήμουν χρονικά ο τελευταίος στη σειρά. Στην Ελλάδα δεν θα μπορούσα να φτάσω τόσο ψηλά σε τόσο λίγα χρόνια».
Τώρα ο Έλληνας καθηγητής ετοιμάζει βαλίτσες για το ταξίδι επιστροφής στη χώρα που του έδωσε τα βασικά εφόδια για φτάσει τόσο ψηλά.
Είμαι ευγνώμων που με βοήθησαν οι Έλληνες καθηγητές μου να φύγω έξω.
Κωνσταντίνος Γούσιας: «Θα επιστρέψουμε στη χώρα που μας σπούδασε. Ελπίζω να βοηθήσω πολύ κόσμο»
«Σπούδασα στην Ελλάδα μαζί με την γυναίκα μου και θα επιστρέψουμε στη χώρα που μας σπούδασε. Ελπίζω να βοηθήσω πολύ κόσμο, να φέρω τις θεραπείες μου, να προσφέρω το πολύτιμο αγαθό της υγείας και να επωφεληθούμε κι εμείς από την αγάπη του κόσμου και τη ζεστασιά της χώρας, και δεν εννοώ το κλίμα. Θέλω ο γιος μου να μεγαλώσει όπως κι εγώ, κοντά στους συγγενείς».
Και η Γερμανία; Θα του λείψει;
«Στη Γερμανία πήρα πολλή αγάπη κι αναγνώριση από την κλινική, τους ασθενείς, τους συναδέλφους. Οι στόχοι μου στην κλινική και στην έρευνα μπορούσαν να επιτευχθούν εύκολα γιατί πατάς στην προεργασία των προηγούμενων χρόνων. Η Γερμανία είναι μια χώρα που με πρόγραμμα μπορείς να επιτύχεις όσα στοχεύεις. Ωστόσο, είμαστε Έλληνες, θέλω να γυρίσω κάπου όπου να ακούω ελληνικά, να έχω ποιότητα ζωής».
Η νοσταλγία δεν μπορεί να κρύψει τις ατέλειωτες ώρες προβληματισμού για την απόφαση.
«Στη δική μου περίπτωση είναι άλμα, ρίσκο, γιατί έχω στρώσει την καριέρα μου. Αλλά είμαι αισιόδοξος ότι θα μπορέσω να παρέχω νευροχειρουργική υψηλού επιπέδου και στην Ελλάδα. Έχει κάνει μεγάλη πρόοδο η χώρα μας τα τελευταία χρόνια και πιστεύω ακράδαντα ότι την επιστημονική και ακαδημαϊκή πορεία που έχω εδώ, θα την συνεχίσω ακόμη καλύτερα στην Αθήνα».
Η πρόταση να αναλάβει τη διεύθυνση Νευροχειρουργικής σε μεγάλο ιδιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας ήταν πολύ τιμητική. Εκεί θα φτιάξει τη δική του χειρουργική ομάδα και θα μπορεί να εγχειρίζει ακριβώς όπως και στη Γερμανία.
«Το οικονομικό δεν ήταν το κίνητρο, σημασία για μένα έχει να μπορώ επιστημονικά να προσφέρω αυτό που θέλω».
Σε λίγες ημέρες ένας από τους πιο καταξιωμένους Έλληνες νευροχειρουργούς στην Ευρώπη θα εγχειρίζει τον εγκέφαλο, στην Ελλάδα.
Από τη Γερμανία φέρνει πολλές στιγμές από τη δύσκολη ζωή ενός νευροχειρουργού που τον έχουν σημαδεύσει.
«Θυμάμαι μια περίπτωση ενός νεαρού κομπιουτερά με ένα παιδί τριών μηνών. Απέκτησε πρόβλημα κινητικότητας στα χέρια, μετά στα πόδια, κι έπαθε παραπληγία. Του κάναμ μαγνητική και είδαμε ότι έχει έναν τεράστιο όγκο στο νωτιαίο μυελό σε 7 επίπεδα, στην αυχενική και θωρακική μοίρα. Βάλαμε ένα στοίχημα, ποιος θα περπατήσει πιο γρήγορα, αυτός με τον όγκο ή το παιδί του 3 μηνών; Εγώ είπα ότι θα περπατήσει αυτός πρώτος, και το κέρδισα το στοίχημα. Αυτές είναι οι καλές στιγμές που μας δίνουν δύναμη για να προχωράμε στο επάγγελμά μας, είναι το μεγαλύτερο δώρο. Υπάρχουν βέβαια και οι κακές, που πολύ δύσκολα μπορείς να αποβάλεις από τη μνήμη…»
«Είναι το καλύτερο δώρο σε έναν νευροχειρουργό όταν ο ασθενής που δεν μπορεί να μιλήσει καλά πριν το χειρουργείο, να αρχίζει να μιλά μαζί σου μετά, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Είναι στιγμές που νιώθεις ότι αναμετρήθηκες με τον καρκίνο και νίκησες μια μάχη…»
Το άρθρο της Ειρήνης Αναστασοπούλου δημοσιεύθηκε στην Deutsche Welle.